Όπως το παρόν δημοσίευτηκε στο διμηνιαίο νομικό περιοδικό της ένωσης εισαγγελέων και δικαστών “Ελληνική Δικαιοσύνη”, 2017, σελ. 1752επ.
Χρήστος Μαστροκώστας
Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ
Επί ΟΕ, η εταιρική ιδιότητα χάνεται και με την εκούσια αποχώρηση ή έξοδο του εταίρου, ύστερα από μονομερή δήλωσή του, που έχει διαπλαστικό χαρακτήρα. Προϋπόθεση του παραδεκτού της έφεσης και των κατ’ ιδίαν λόγων της είναι η ύπαρξη έννομου συμφέροντος του εκκαλούντος, το οποίο πρέπει να υφίσταται και κατά τον χρόνο συζήτησης της έφεσης, εάν δε, συνεπεία γεγονότων επελθόντων μετά την άσκηση της έφεσης, το δικονομικό αποτέλεσμα, το οποίο επιδιώκεται, δεν πρόκειται να επηρεάσει θετικώς τη νομική θέση του εκκαλούντος, εκλείπει το έννομο συμφέρον και η έφεση απορρίπτεται.
Ι. α. Από τις διατάξεις των άρθρων 261 και 264 του ν. 4072/2012, συνάγεται ότι επί ομόρρυθμης εταιρίας η εταιρική ιδιότητα χάνεται και με την εκούσια αποχώρηση ή έξοδο του εταίρου, κατόπιν μονομερούς δήλωσής του, που έχει διαπλαστικό χαρακτήρα, απευθυντέα στον εκπρόσωπο της εταιρίας και στους λοιπούς εταίρους, η οποία παράγει τα αποτελέσματά της από την κοινοποίησή της, εκτός αν το καταστατικό της εταιρίας απαγορεύει την έξοδο ή ρυθμίζει διαφορετικά το δικαίωμα εξόδου. Απέναντι στους καλόπιστους τρίτους αντιτάσσεται η αποχώρηση με τη δημοσίευση της δήλωσης του αποχωρούντος εταίρου στο ΓΕΜΗ. Στον εταίρο δηλαδή, που δεν επιθυμεί να συνεχίσει τη συμμετοχή του στην εταιρία, παρέχεται η δυνατότητα, να εξέλθει εκουσίως από αυτήν καταγγέλλοντας την εταιρική του συμμετοχή, με άμεσο αποτέλεσμα την έξοδό του από την εταιρία και τη συνέχιση της λειτουργίας της με τους λοιπούς εταίρους, χωρίς να πρέπει να αναμένει την κρίση του δικαστηρίου, όπως γινόταν στα προγενέστερο δίκαιο, όπου η καταγγελία της εταιρίας επέφερε τη λύση της και ως εκ τούτου την έξοδο του εταίρου από αυτήν. Ο εξερχόμενος εταίρος λαμβάνει σε κάθε περίπτωση τα εισφερθέντα από αυτόν κατά χρήση πράγματα. Όταν πρόκειται για ομόρρυθμη εταιρία αορίστου χρόνου, ο εξερχόμενος εταίρος, ανεξαρτήτως αν η έξοδός του έγινε για σπουδαίο λόγο ή άκαιρα, λαμβάνει στο τέλος της εταιρικής χρήσης εντός της οποίας αποχώρησε από την εταιρία και την αξία της μερίδας του, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί κατά το χρόνο της εξόδου του, αφού αφαιρεθεί η τυχόν οφειλή του λόγω συμμετοχής του στις ζημίες της εταιρίας, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση. Αν πρόκειται για ομόρρυθμη εταιρία ορισμένου χρόνου, κάθε εταίρος μπορεί να δηλώνει οποτεδήποτε τη βούλησή του για έξοδό του από την εταιρία, η οποία θα επέρχεται και εδώ ανεξάρτητα από την ύπαρξη σπουδαίου λόγου, ο εξερχόμενος όμως θα λαμβάνει συγχρόνως με την έξοδό του την αξία της μερίδας του μόνον αν συντρέχει σπουδαίος λόγος (βλ. Β. Αντωνόπουλου, Δίκαιο Προσωπικών Εταιριών, Ε΄ έκδ. 2016, σ. 119-120).
β. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 259 και 263 του ν. 4072/2012, η εταιρική ιδιότητα επί ομόρρυθμης εταιρίας χάνεται και με τον αποκλεισμό του εταίρου, ο οποίος προϋποθέτει: α) την ύπαρξη στο πρόσωπο του υπό αποκλεισμό εταίρου σπουδαίου λόγου που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρίας, σύμφωνα με το άρθρο 259 § 1 περ. δ΄ του ν. 4072/2012, β) αίτηση των υπολοίπων εταίρων στο αρμόδιο δικαστήριο, η οποία μπορεί να κατατεθεί και από εταίρο διμελούς εταιρίας, οπότε μετά την τελεσίδικη αποδοχή της θα εφαρμοσθεί το άρθρο 267 του ν. 4072/2012, γ) έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης που δέχεται την αίτηση αποκλεισμού, έχει διαπλαστικό χαρακτήρα και από την επίδοση αυτής της τελεσίδικης απόφασης στον αποκλειόμενο επέρχεται μεταξύ των εταίρων απώλεια της εταιρικής ιδιότητας του αποκλειόμενου και συνέχιση της εταιρίας με τους υπόλοιπους εταίρους, ενώ έναντι των καλόπιστων τρίτων, η απώλεια της εταιρικής ιδιότητας του αποκλειόμενου επέρχεται από την καταχώρηση του αποκλεισμού στο ΓΕΜΗ (άρθρο 5 § 7 του ν. 3419/2005). Κατά την κρατούσα άποψη η διάταξη του άρθρου 263 του ν. 4072/2012 δεν έχει εφαρμογή κατά το στάδιο της εκκαθάρισης της εταιρίας, αφού ο αποκλεισμός λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταγγελίας και λύσης της εταιρίας, η οποία πλέον δεν είναι δυνατή (ΑΠ 585/2004, ΕφΘεσ 2655/2002 ΤΝΠ-Νόμος).
γ. Σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στην ανώνυμη εταιρία και στην εταιρία περιορισμένης ευθύνης, η ομόρρυθμη εταιρία, ως προσωπική ένωση προσώπων που στηρίζεται σε σύμβαση, προϋποθέτει όχι μόνο κατά τη σύστασή της, αλλά και στη συνέχεια, την ύπαρξη δύο τουλάχιστον φυσικών ή νομικών προσώπων. Έτσι, αν οι εταιρικές μερίδες συγκεντρωθούν στα χέρια ενός η εταιρία λύνεται, ενώ, αν αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ένας ή περισσότεροι εταίροι και παραμείνει μόνο ένας εταίρος, η εταιρεία λύνεται, εφόσον μέσα σε δύο μήνες δεν δημοσιευτεί στο ΓΕΜΗ η είσοδος νέου εταίρου (άρθρο 267 § 1 του ν. 4072/2012, το οποίο ήδη προβλέπει δυνατότητα συνέχισης της εταιρίας επί τετράμηνο, μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 27 του ν. 4403/2016, ΦΕΚ 125 Α/7.7.2016). Άλλωστε, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 249 και 268 του ν. 4072/2012 συνάγεται ότι σε περίπτωση λύσης της ομόρρυθμης εταιρίας, εισέρχεται αυτή στο στάδιο της εκκαθάρισης, μόνον αν οι εταίροι δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, δηλαδή μόνον αν οι εταίροι δεν απέκλεισαν την εκκαθάριση. Κατά το στάδιο της εκκαθάρισης, κατά το οποίο εφαρμόζονται, ελλείψει ειδικότερης ρύθμισης στον άνω νόμο, οι διατάξεις του αστικού κώδικα για την εταιρία, ήτοι οι διατάξεις των άρθρων 777 επ. ΑΚ, τα στοιχεία των εκκαθαριστών εγγράφονται στο ΓΕΜΗ και το ίδιο ισχύει και σε κάθε περίπτωση αντικατάστασης εκκαθαριστή, η εταιρία δεν περατώνεται, αλλά απλώς μεταβάλλει σκοπό. Κατά συνέπεια η εταιρία ως συμβατική σχέση εξακολουθεί να υφίσταται και κατά τη διάρκεια του σταδίου της εκκαθάρισης, για τον σκοπό και τις ανάγκες της εκκαθάρισης, η οποία αποσκοπεί στην περάτωση των νομικών σχέσεων, που προήλθαν από τη σύσταση και τη λειτουργία της εταιρίας και ήταν εκκρεμείς κατά τον χρόνο της λύσης της. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 778 ΑΚ, αν δεν υπάρχει κάποια άλλη συμφωνία των εταίρων, η εκκαθάριση διενεργείται από όλους τους εταίρους, οι οποίοι ενεργούν από κοινού, εάν όμως οι εταίροι δεν συμφωνούν στη διενέργεια της εκκαθάρισης ή με τον τρόπο εκκαθάρισης ή στο πρόσωπο του εκκαθαριστή, ο κάθε εταίρος έχει δικαίωμα να ζητήσει τον διορισμό του εκκαθαριστή από το δικαστήριο (άρθρο 786 ΚΠολΔ), το οποίο, αν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του άρθρου 778 εδ. β΄ ΑΚ, οφείλει να διορίσει εκκαθαριστές, χωρίς να δεσμεύεται από τα πρόσωπα που προτείνει ο αιτών εταίρος ή οι παρεμβαίνοντες (ΑΠ 1818/2014, ΑΠ 522/2014, ΑΠ 1417/2012, ΕφΑθ 613/2015, ΕφΑθ 3243/2010 ΤΝΠ-Νόμος, Ε. Αλεξανδρίδου, Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών, Α΄ τεύχος, έκδ. Β΄, 2007, σ. 209-212, Β. Αντωνόπουλου, Δίκαιο Προσωπικών Εταιριών, Ε΄ έκδ. 2016, σ. 264, 270-274).
δ. Η διάταξη του άρθρου 294 § 1 του ν. 4072/2012, προσδίδει στο νέο δίκαιο μη γνήσια αναδρομική ισχύ θέτοντάς το σε άμεση εφαρμογή επί των υφισταμένων εταιριών, οι οποίες ευρίσκονται κατά τη θέση του σε ισχύ (11.4.2012) σε παραγωγική λειτουργία.
ε. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 527, 532 και 535 § 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι, η ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου δίκη διέρχεται τρία στάδια, κατά τα οποία εξετάζονται: 1) το παραδεκτό της έφεσης (άρθρο 532 § 1), 2) το παραδεκτό ενός εκάστου από τους λόγους αυτής και 3) το κατ’ ουσίαν βάσιμο αυτών (άρθρο 533 § 1). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 68 του ΚΠολΔ, που ορίζει ότι δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει, όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον, συνάγεται ότι το έννομο συμ- φέρον, το οποίο αποτελεί προϋπόθεση κάθε δικαστικής ενέργειας και δεν είναι συνήθως ανεξάρτητο από την έρευνα του υπαρκτού ή ανύπαρκτου του ουσιαστικού δικαιώματος, εκείνου που ενεργεί τη διαδικαστική πράξη, προορίζεται να περιορίσει τη δικαστική προστασία σε εκείνες μόνο τις περιπτώσεις, που η απόφαση που θα ζητηθεί είναι ικανή να συμβάλλει στην προστασία των δικαιωμάτων εκείνου που ζητεί τη δικαστική προστασία και, ταυτόχρονα με την προστασία αυτή, στη πραγμάτωση του δικαίου και στην αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης, με άρση της αβεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων και αποτροπή κινδύνου βλάβης των συμφερόντων του ενάγοντος (ΑΠ 1914/2014, ΑΠ 1941/2009). Τέλος, από το συνδυασμό της ανωτέρω διάταξης με αυτές των άρθρων 516 και 532 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι προϋπόθεση του παραδεκτού της έφεσης και των κατ’ ιδίαν λόγων της είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος, το οποίο πρέπει να υφίσταται και κατά τον χρόνο συζήτησης της έφεσης, εάν δε, συνεπεία γεγονότων επελθόντων μετά την άσκηση της έφεσης, το δικονομικό αποτέλεσμα, το οποίο επι- διώκεται, δεν πρόκειται να επηρεάσει θετικώς τη νομική θέση του εκκαλούντος, εκλείπει το έννομο συμφέρον και η έφεση απορρίπτεται (ΑΠ 13/1987, ΕφΠειρ 114/2011, ΕφΠειρ 464/2011, ΕφΠειρ 703/2009 ΤΝΠ-Νόμος). Εάν, συνεπώς, μέχρι τη συζήτηση της έφεσης εξέλιπε η ανά- γκη παροχής δικαστικής προστασίας για οποιονδήποτε λόγο, η έφεση είναι απαράδεκτη, ως αφοπλισθείσα επιγενόμενα του έννομου συμφέροντος (ΔΕφΑθ 4478/2013 ΤΝΠ-Νόμος).
ΙΙ. Με την από 2.6.2014 (αριθ. έκθ. κατάθεσης 840/204/2014) αίτησή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης η αιτούσα Αικ.Δ., εξέθετε ότι τυγχάνουν μετά του καθού η αίτηση Χρ.Μ. μοναδικοί εταίροι της εδρεύουσας στην Κατερίνη ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία “Δ.Αικ. και ΣΙΑ ΟΕ”, που ιδρύθηκε δυνάμει του από 28.3.2003 ιδιωτικού συμφωνητικού, νομίμως δημοσιευθέντος στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Κατερίνης, στο σχηματισμό του κεφαλαίου της οποίας, καθώς και στις κερδοζημίες αυτής συμμετέχουν κατ’ ισομοιρίαν, με σκοπό την πώληση γυναικείων και ανδρικών ενδυμάτων, αξεσουάρ ρουχισμού, ζωνών, δερμάτινων ειδών και παπουτσιών, μέσω της εκμετάλλευσης δύο καταστημάτων λιανικής πώλησης, που λειτουργούν στην πόλη της Κατερίνης. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά και επικαλούμενη η αιτούσα τη συνδρομή σπουδαίου λόγου στο πρόσωπο του καθού η αίτηση, ο οποίος συνίσταται στην υπαίτια παράβαση των συμβατικών του υποχρεώσεων, που δικαιολογεί τη λύση της εταιρίας, ζήτησε να διαταχθεί ο αποκλεισμός του καθού η αίτηση και επικουρικά, για την περίπτωση απόρριψης του κυρίου αυτού αιτήματος, ζήτησε να διαταχθεί η λύση της εταιρίας. Επί της αίτησής αυτής το Μονομελές Πρωτοδικείο Κατερίνης, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, εξέδωσε την υπ’ αριθ. 409/2014 απόφαση, με την οποία απέρριψε την αίτηση ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη κατ’ αμφότερα τα αιτήματά της. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με την υπό κρίση από 20.11.2014 έφεσή της, για μη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητά την κατά παραδοχή της εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης, προκειμένου να γίνει δεκτή η αίτηση. Η έφεση, φέρεται αρμοδίως ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προς εκδίκαση (άρθρα 498 και 19 του ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα (άρθρα 495 §§ 1 και 2, 511, 513 § 1β΄, 518 § 2, 591 § 1, 741, 760 του ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα το παράβολο, ποσού 200 ευρώ, που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 495 § 4 του ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 § 2 του ν. 4055/2012 και συμπληρώθηκε ακολούθως με το άρθρο 93 § 1 του ν. 4139/2013. Περαιτέρω, η έφεση κρίνεται απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω της έλλειψης του εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας προς συζήτηση αυτής, σύμφωνα με τα αναφερθέντα στην υπό στοιχ. Ι.ε΄ μείζονα σκέψη της παρούσας, καθόσον, από την έρευνα των στοιχείων της δικογραφίας, όπως αυτή διενεργείται, κατ’ άρθρο 744 του ΚΠολΔ, που εισάγει απόκλιση από τη ρύθμιση του άρθρου 106 του ίδιου κώδικα και καθιερώνει το ανακριτικό σύστημα, που παρέχει στο δικαστήριο ελευθερία αυτεπάγγελτης ενέργειας και πρωτοβουλίας συλλογής του αποδεικτικού υλικού και εξακρίβωσης των πραγματικών γεγονότων που ασκούν επίδραση στην έκβαση της δίκης και συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, χωρίς να περιορίζεται αυτό για την ανεύρεση της αλήθειας μόνο στα πραγματικά περιστατικά που επικαλέστηκαν οι διάδικοι, αλλά και σε άλλα που δεν έχει γίνει επίκληση από αυτούς, καταλαμβάνει δε η ειδική αυτή ρύθμιση τις γνήσιες και μη γνήσιες υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας (ΑΠ 560/2016, ΑΠ 236/2015, ΑΠ 769/2015, ΑΠ 2270/2014, ΑΠ 1844/2009, αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Μετά την άσκηση της κρινόμενης έφεσης η εκκαλούσα Αικ.Δ. άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης την από 9.2.2015 (αριθ. έκθ. κατάθεσης 214/52/2015) αίτησή της στρεφόμενη κατά του εδώ εφεσίβλητου Χρ.Μ., με την οποία, αφού επαναλαμβάνει η αιτούσα τα και στην ανωτέρω από 2.6.2014 ένδικη αίτηση διαλαμβανόμενα περί του εταιρικού δεσμού μεταξύ αυτής και του καθού η αίτηση, περί υπαίτιας αθέτησης εκ μέρους του καθού η αίτηση των συμβατικών του υποχρεώσεων και περί διατάραξης των προσωπικών τους σχέσεων, εκθέτει ότι με εξώδικη δήλωσή της, που επιδόθηκε στον καθού η αίτηση στις 24.11.2014, του γνωστοποίησε ότι αποχωρεί από την εν λόγω ομόρρυθμη εταιρία, η οποία κατόπιν τού- των λύθηκε και τέθηκε υπό εκκαθάριση, καθόσον, από της άνω δήλωσης, αν και παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του διμήνου, δεν δημοσιεύθηκε στο ΓΕΜΗ η είσοδος νέου εταίρου. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά, επικαλούμενη η αιτούσα διαφωνία της με τον καθού η αίτηση, αναφορικά με την από κοινού εκκαθάριση της εταιρίας, ζήτησε να διοριστεί εκκαθαριστής το υποδεικνυόμενο από αυτήν πρόσωπο. Επί της αίτησης αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 182/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, που κήρυξε εαυτό αναρμόδιο καθύλην και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθύλην και κατά τόπον Ειρηνοδικείο Κατερίνης, το οποίο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, με την από 104/13.7.2015 απόφασή του, η οποία μέχρι και τη συζήτηση της κρινόμενης έφεσης δεν προσβλήθηκε με κανένα ένδικο μέσο, δέχθηκε ότι με την από 18.11.2014 εξώδικη δήλωση της αιτούσας, που επι- δόθηκε νομίμως στον καθού η αίτηση στις 24.11.2014, γνωστοποιήθηκε η αποχώρηση αυτής από την εταιρία, από την παρέλευση δε άπρακτου του προβλεπόμενου από το νόμο χρονικού διαστήματος των δύο μηνών, εντός του οποίου θα έπρεπε να δημοσιευθεί στο ΓΕΜΗ η είσοδος νέου εταίρου, η εταιρία αυτή λύθηκε, και εφόσον δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά οι ομόρρυθμοι εταίροι, τέθηκε αυτή σε καθεστώς εκκαθάρισης, και ακολούθως έκρινε κατ’ ουσίαν βάσιμη την αίτηση και διόρισε εκκαθαριστή της λυθείσας ΟΕ τον λογιστή αυτής Γ.Π. Με βάση τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, η αποχώρηση της αιτούσας από την υπόψη ομόρρυθμη αορίστου χρόνου εταιρία συντελέστηκε στις 24.11.2014, οπότε επιδόθηκε στον καθού η αίτηση η εξώδικη περί τούτου δήλωσή της, αφού δεν προβλέπεται από το από 28.3.2003 καταστατικό της εν λόγω εταιρίας απαγόρευση εξόδου ή ρύθμιση με διαφορετικό τρόπο του δικαιώματος εξόδου από αυτήν, ενώ η καταχώρηση αυτής της δήλωσης περί αποχώρησης στο ΓΕΜΗ, που έλαβε χώρα στις 16.6.2015, επιφέρει το αντιτάξιμο της αποχώρησης της αιτούσας απέναντι στους καλόπιστους τρίτους. Μετά την εξάντληση της δυνατότητας συνέχισης της εταιρίας επί δίμηνο, χωρίς να δημοσιευθεί στο ΓΕΜΗ η είσοδος νέου εταίρου, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην υπό στοιχ. Ι.γ΄ μείζονα σκέψη της παρούσας, η εταιρία λύθηκε και εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από το καταστατικό αυτής, τέθηκε σε εκκαθάριση, η πορεία της οποίας βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο, σύμφωνα με την από 15.11.2016 απαντητική επιστολή του άνω εκκαθαριστή προς την αιτούσα απευθυνόμενη. Συνεπώς, μετά την άσκηση της κρινόμενης έφεσης και μέχρι τη συζήτηση αυτής ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, έλαβαν χώρα γεγονότα, με βάση τα οποία εξέλιπε το έννομο συμφέρον της νου εταιρία έχει ήδη λυθεί με την αποχώρησή της, χωρίς να θίγονται τα αναφερόμενα στην υπό στοιχ. Ι.α΄ μείζονα σκέψη της παρούσας δικαιώματά της, αφετέρου δε διότι το κύριο αίτημά της αποκλεισμού από την εταιρία του καθού η αίτηση ως υπαίτιου παράβασης των εταιρικών υποχρεώσεών του, προϋποθέτει ότι η εταιρία δεν έχει λυθεί με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, η προϋπόθεση δε αυτή πρέπει να υπάρχει όχι μόνο κατά το χρόνο άσκησης της αίτησης αλλά καθόλα τα στάδια της δίκης, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην υπό στοιχ. Ι. β΄, δ΄ μείζονα σκέψη. Τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθ- μού δικαιοδοσίας θα συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων μερών, καθόσον κατά την κρίση του δικαστηρίου η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαιτέρως δυσχερής (άρθρο 179, 183 του ΚΠολΔ).
ΜΕφΘεσ 387/2017
Δικ.: Ιουλία Αργυροπούλου
Παρατηρήσεις
Αποκλεισμός εταίρου κατά το στάδιο της εκκαθάρισης ΟΕ.
Χρόνος καταβολής της αξίας της εταιρικής συμμετοχής στον αποκλειόμενο από διμελή ΟΕ*
Ι. Η ενέργεια της απόφασης αποκλεισμού του εταίρου
Για το ζήτημα αυτό βλ. τη μελέτη του Χ. Μαστροκώστα,ο «Ο χρόνος αποκλεισμού του εταίρου από την ομόρρυθμη εταιρία» που δημοσιεύεται στη σ. 1644 επ.
- O αποκλεισμός κατά το στάδιο της εκκαθάρισης
- Κατά τη νομολογία, ο αποκλεισμός εταίρου δεν είναι δυνατός κατά το στάδιο της εκκαθάρισης της εταιρίας. Πρέπει η εταιρία, όχι μόνον κατά την υποβολή της αίτησης, αλλά και κατά τον χρόνο της συζήτησής της, να ευρίσκεται στο παραγωγικό στάδιο της…