Κρίθηκε ότι το ατύχημα και οι εξ αυτού υλικές ζημιές στο σκάφος του ενάγοντος οφείλονται κατʼ αιτιώδη συνάφεια αποκλειστικά σε αμέλεια των εναγομένων ιδιοκτητών των δύο ζημιογόνων σκαφών οι οποίοι, από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλαν να καταβάλουν ως κάθε μέσος συνετός ιδιοκτήτης σκάφους ελλιμενισμένου σε μαρίνα στη θέση τους, αν και επρόκειτο για την περίοδο του χειμώνα όπου συχνά εμφανίζονται δυσμενή καιρικά φαινόμενα και ειδικά στην συγκεκριμένη ημερομηνία όπου επικρατούσε κακοκαιρία, δεν έλαβαν υπόψη τις επικρατούσες κακές καιρικές συνθήκες στην περιοχή και δεν προσπάθησαν να εξασφαλίσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το σταθερό ελλιμενισμό των σκαφών τους εντός της μαρίνας ώστε σε περίπτωση έξαρσης της κακοκαιρίας να μην καταστεί δυνατό να αποδεσμευτούν αυτά και να κινηθούν ανεξέλεγκτα με κίνδυνο να συγκρουστούν με άλλα σκάφη. Έτσι, δεν έδεσαν όπως έπραξε ο ενάγων την πλώρη των σκαφών τους με δύο κάβους (ρεμέντζο), αλλά με ένα, ούτε έδεσαν την πρύμνη τους με ισχυρούς κάβους ανάλογους με το μέγεθος και την κατάσταση των σκαφών τους. Αποτέλεσμα της ανωτέρω συμπεριφοράς τους, ήταν να μην μπορέσουν οι κάβοι που είχαν τοποθετήσει να συγκρατήσουν τα σκάφη τους από τους σφοδρούς ανέμους και τον κυματισμό που προκλήθηκε στη μαρίνα και να κοπούν, ακολούθως δε τα σκάφη τους να κινηθούν ανεξέλεγκτα πλάγια προς το σκάφος του ενάγοντος και να το χτυπήσουν. Οι ανωτέρω συνθήκες, ουδόλως αποδείχθηκε ότι αποτέλεσαν συνθήκες ανωτέρας βίας, δηλαδή καιρικά φαινόμενα τα οποία ήταν αδύνατον να προβλεφθούν, ούτε να αποτραπούν οι δυσμενείς τους συνέπειες με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης, απορριπτόμενης ως ουσία αβάσιμης της ένστασης ανωτέρας βίας των εναγομένων και της βάσει αυτής αιτούμενης απαλλαγής τους από την αδικοπρακτική τους ευθύνη έναντι του ενάγοντος. Ακολούθως, επειδή η ανωτέρω πράξη των εναγομένων συνιστά αδικοπραξία που τελέστηκε από περισσότερους και δεν μπορεί να εξακριβωθεί ποια συγκεκριμένη επιμέρους πράξη κάθε εναγομένου προκάλεσε τη ζημία στο σκάφος του ενάγοντος και ποιο το ποσοστό συμβολής της στην πρόκληση της ζημιάς, πρέπει οι εναγόμενοι να υποχρεωθούν να τον αποζημιώσουν ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο καθένας. Τέλος, όσον αφορά στην παρεμπίπτουσα αγωγή της τρίτης εναγομένης προς την ασφαλιστική εταιρία, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη της κύριας αγωγής και ο σύζυγος της δεύτερος εναγόμενος, ως ιδιοκτήτες του δεύτερου ζημιογόνου σκάφους κατά το χρόνο του επίδικου ατυχήματος, το είχαν ασφαλισμένο σ’ αυτήν με έγκυρη και ισχυρή σύμβαση ασφάλισης. Κρίθηκε ότι η σύμβαση ασφάλισης καλύπτει την ανωτέρω ασφαλιστική περίπτωση του επίδικου ατυχήματος και η παρεμπιπτόντως εναγομένη οφείλει να πληρώσει στην τρίτη εναγομένη της κύριας αγωγής κάθε ποσό που αυτή θα υποχρεωθεί να καταβάλει στον ενάγοντα.
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο της απόφασης εδώ